6/8/17

Τι χωράει σε έναν τενεκέ.

Πριν λίγους μήνες μια φίλη έγραψε μια ανάρτηση στο fb για μια κυρία που είχε στην αυλή της γλάστρες από τενεκέδες τυριού. 

Η γιαγιά μου είχε τέτοιες.
Και ήρθε μπροστά μου η εικόνα και λαχτάρησα να βάλω κι εγώ στο μπαλκόνι μου. 

Αλλά δεν θα είναι όπως στο σπίτι της γιαγιάς, στο σπίτι της γιαγιάς οι γλάστρες αυτές ακουμπούσαν στον άσπρο τοίχο της αποθήκης, και στο καφέ παράθυρο ψηλά, που δεν το έφτανα, έβαζαν οι μεγάλοι το αουτάν, εκείνο το κίτρινο για τα κουνούπια, που βρωμούσε τόσο, που όχι κουνούπι, ούτε άνθρωπος δεν σε ακούμπαγε, και ο παππούς κάθε που σουρούπωνε φώναζε: "βάλε φάρμακο, έχει κουνούπια, δεν ψεκάσανε εφέτο" και μετά καθότανε σε μια σεζλόνγκ πορτοκαλί - πράσινο που για κάποιον ακαθόριστο λόγο μου θύμιζε πάντα καρπούζι, και η γιαγιά φώναζε να μην πατάω στα χώματα "τσιμέντο τσιμέντο να πηγαίνεις" κι εγώ έτρεχα στο πάνω σπίτι κι άνοιγα όλα τα συρτάρια χωρίς να πειράξω τίποτε, μόνο και μόνο για να μυρίσω εκείνη την μυρωδιά, μυρωδιά γιαγιάς και μέριτο μαζί, να φάω ένα νουαζετίνι, εκείνα τα πράσινα με το ολόκληρο φουντούκι, να θάψω το περιτύλιγμα στην γλάστρα για να μην με καταλάβουν και με μαλώσουν και να κατέβω πάλι κάτω στην αυλή και ο παππούς να με κοροϊδεύει και να μου λέει οτι από εκείνη την κουφάλα του δέντρου βγαίνουν βατράχια και να μην πηγαίνω κι εγώ να κοιτάω έντρομη το δέντρο γιατί πολύ τα φοβόμουν τα βατράχια.

Τελικά δεν είναι οι γλάστρες από τενεκέ τυριού που λαχτάρησα.
Είναι να είναι καλοκαίρι και να είμαι 8 χρονών στο σπίτι της γιαγιάς.