7/12/16

I lived in books more than I lived anywhere else*

Για κάποιο λόγο νομίζω πως όλοι εμείς που αγαπούμε την λογοτεχνία και διαβάζουμε βιβλία από μικροί, κρύβουμε μέσα μας μια μοναξιά.

Είμαστε αυτοί που στο σχολείο δεν ταιριάζαμε πολύ με τα άλλα παιδάκια, άσχετα αν κάναμε παρέα μαζί τους. 
Ή είμαστε αυτοί οι, περισσότερο ή λιγότερο, εσωστρεφείς, που δεν άντεχαν να είναι κάθε μέρα όλο το απόγευμα έξω στις αλάνες για παιχνίδι με τα άλλα παιδάκια.
Ή αυτοί που ήταν κάθε μέρα όλο το απόγευμα έξω στις αλάνες για παιχνίδι με τα άλλα παιδάκια αλλά χαιρόντουσαν γιατί ήξεραν οτι μόλις βραδιάσει θα χωθούν με μπισκότα και βιβλίο κάτω από την κουβέρτα (τα μπισκότα συνήθως κρυφά από την μαμά) και αυτό θα ήταν το καλύτερο κλείσιμο της μέρας.

Αυτό που αγαπούσα ήταν οτι δεν ένιωθα μόνη όταν είχα το βιβλίο μου.
Ούτε βαριόμουνα.
Μόνο λίγο στεναχωριόμουν που δεν είχα άλλα παιδάκια να μοιραστώ την έξαψη του διαβάσματος της τελευταίας σελίδας.


(να πω και κάτι δημόσια, μπας και εξιλεωθώ: είχα δανειστεί στο δημοτικό από την βιβλιοθήκη "τα χρυσά γεράκια του Τζέκινς Χαν" κι επειδή έτρωγα τα παπαδοπούλου τα γεμιστά με σοκολάτα, σχεδόν όλες οι σελίδες είχαν σοκολατένιες δαχτυλιές όταν επέστρεψα το βιβλίο. Κανείς δεν μου έκανε παρατήρηση αλλά το έχω βάρος από το 1996.)