3/12/13

Είναι καλό να θυμάσαι.

Αν δεν βρέχει ή δεν κάνει πολύ κρύο, πηγαίνω σχολείο φορώντας σταράκια. Όπως και οι περισσότεροι μαθητές μου. Όσο μεγαλώνω φοβάμαι οτι θα ξεχάσω κάποια βασικά πράγματα για αυτούς - που δεν θα τα βρεις σε κανένα (από τα κατά τα άλλα χρησιμότατα) βιβλία εφηβικής ψυχολογίας.

Οτι τα πρωτάκια της α γυμνασίου είναι πιο φοβισμένα κι από τότε που πήγαν α δημοτικού (και τότε φοβόντουσαν αλλά τότε κρατούσαν και το χέρι της μαμάς) γιατί 6 χρόνια αλλού είχαν συνηθίσει και τώρα όλα τους φαίνονται πολλά και τεράστια και δεν θέλουν να κάνουν άθελα τους λάθος κάπου γι'αυτό ρωτάνε τις πιο εξωφρενικά χαζές ερωτήσεις, όπως "μας είπατε να γράψουμε στο εξώφυλλο του βιβλίου το όνομα μας αλλά εγώ το έγραψα από μέσα στο πρώτο φύλλο, πειράζει; Θα πάρω αποβολή;"


Ή οτι στη γ λυκείου, αν καμιά φορά σου ζητάνε σε μάθημα που δεν εξετάζεται πανελλαδικά, να μην προχωρήσουμε αλλά να κάτσουμε και να μιλήσουμε, δεν το κάνουν από τεμπελιά αλλά από κούραση. Γιατί πραγματικά έχουν την ανάγκη να μιλήσουν, και μάλιστα να μιλήσουν για κάτι που δεν έχει να κάνει με τις εξετάσεις, γιατί είναι μόλις Νοέμβριος κι όμως ήδη έχουν κουραστεί να λύνουν ασκήσεις για τις Πανελλήνιες - θα χρειαστούν ακόμα πολλά πολλά χρόνια για να καταλάβουν οτι αν δεν περάσουν με την πρώτη εκεί που θέλουν, πραγματικά δεν πειράζει.


Είναι καλό να θυμάσαι πώς ένιωθες εσύ όταν ήσουν από την άλλη μεριά του θρανίου (τότε που χωρούσες) και πόσο χάος ήταν κάποια πράγματα μέσα στο κεφάλι σου. Είναι καλό να θυμάσαι τι ζητούσες εσύ από τους καθηγητές σου, ώστε τώρα να προσπαθήσεις να μοιάσεις λιγάκι στον ιδανικό καθηγητή όπως τον είχες στο μυαλό σου. Είναι καλό να θυμάσαι πως κάθε Παρασκευή τελευταία ώρα δεν κρατιόσουν ούτε εσύ, οπότε να μην το παίρνεις προσωπικά τώρα, που όλα κοιτάνε το ρολόι τους περιμένοντας το λυτρωτικό 13.55.

Ακόμα θυμάμαι. Δεν περάσανε και τόσα πολλά χρόνια. Αλλά κάποια στιγμή τα σταράκια θα μπούνε στο ντουλάπι ψιλο-οριστικά κι ελπίζω παρά το αναπόφευκτο χάσμα γενεών να μην αντιδράω σαν υστερική γεροκαθηγήτρια που έχει ξεχάσει πώς είναι να είσαι δεκαέξι.

Μέχρι τότε, ο Χριστόδουλος και η Μαρία δεν πρόκειται να ξανακάτσουν στο ίδιο θρανίο. Την μία και μοναδική φορά που έγινε, το μόνο που κάνανε σχεδόν όλη την ώρα ήταν να κοιτάζονται βαθιά στα μάτια και μπορώ να πάρω κι όρκο οτι η ανάσα της Μαρίας κόπηκε λιγάκι όταν χάιδεψε πολύ πολύ απαλά το μάγουλο του Χριστόδουλου. 

Αλλά φορούσα σταράκια εκείνη την ημέρα και θυμήθηκα. Και δεν τους διέκοψα.
Θα διαβάσουν για τον Κριτία και τον Θηραμένη σπίτι τους, δεν πειράζει, δεν χάλασε δα κι ο κόσμος.